Πάλι Συνίστανται Τεστ Καταλληλότητας για Κεντρικούς Τραπεζίτες

10 Ιουνίου 2015

 Καθώς οι εντάσεις ανεβαίνουν ξανά σχετικά με τη διαγωγή των υψηλόβαθμων στελεχών της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (ΚΤΚ), και πάλι συνίσταται η θεσμοθέτηση και ανάπτυξη «τεστ καταλληλότητας» για το διοικητικό συμβούλιο και το διευθυντικό του προσωπικό της ΚΤΚ.

 

Ο τελευταίος γύρος αντιπαραθέσεων στον οποίο εμπλέκονται ανώτερα στελέχη στην ΚΤΚ έχει καλυφθεί επαρκώς από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στην Κύπρο. Νέες αποκαλύψεις έρχονται στο φως σε σχεδόν καθημερινή βάση, με την ΚΤΚ να βρίσκεται στο επίκεντρο της δικής της σοβαρής κρίσης. Η ίδια η Διοικητής υπόκειται σε δικαστικές και κοινοβουλευτικές έρευνες σχετικά με τη διαγωγή της, γεγονός που εντείνει τα μεγάλα ερωτήματα σχετικά με την καταλληλότητα των στελεχών της ΚΤΚ. Η εικόνα αυτή αντικατοπτρίζει τις καταστροφικές εκθέσεις που συντάχθηκαν για την ΚΤΚ κατά τη διάρκεια και μετά την κατάρρευση των Κυπριακών τραπεζών το 2012 και το 2013, όταν η αρχή εποπτείας φάνηκε αδρανής και ανίκανη μπροστά στην αποσύνθεση του τραπεζικού τομέα στην Κύπρο.

 Αξίζει να θυμηθούμε ότι ούτε ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΚΤΚ δεν έχει δουλέψει ποτέ σε τράπεζα. Ο μόνος που δούλεψε για την ΚΤΚ – σαν οικονομολόγος – ήταν ο Γιώργος Συρίχας. Η Κυβερνήτης ανέκαθεν δούλευε στη δημόσια υπηρεσία, με την τελευταία της θέση πριν τον διορισμό της ως Κυβερνήτη της ΚΤΚ να είναι αυτή του Γενικού Ελεγκτή. Όμως, ο διορισμός της ως Κυβερνήτη της ΚΤΚ δεν βασίστηκε σε κάποια εξέταση τραπεζικής, ή τραπεζικής εποπτείας.

 Τα υψηλόβαθμα διευθυντικά στελέχη στην ΚΤΚ είναι επί το πλείστον λογιστές, και ενώ δεν αμφισβητείται η ικανότητά τους στον τομέα αυτό, ουδείς δούλεψε σε τράπεζα η πέρασε εξετάσεις στον τομέα τραπεζικής ή τραπεζικής εποπτείας. Πολλοί από αυτούς είχαν επικριθεί από διεθνείς οργανισμούς που εξέτασαν το τι πήγε στραβά κατά τη διάρκεια της τραπεζικής κρίσης της Κύπρου. Παρόλο που δεν υπήρξε νύξη παρανομίας, εντούτοις έγιναν πολλές αναφορές στην έλλειψη εμπειρογνωμοσύνης.

 Η καθ’ εαυτή ανεπαρκής γνώση των τραπεζικών συστημάτων μπορεί να οδήγησε αυτά τα διευθυντικά στελέχη στην επιβολή μέτρων εξυγίανσης στο κυπριακό υποκατάστημα της FBME τον περασμένο Ιούλιο, μόλις δύο εργάσιμες ημέρες μετά την Ανακοίνωση Πορισμάτων και την Ανακοίνωση Προτεινόμενων Κανονισμών από τη FinCEN. Η Εξυγίανση ήταν η λανθασμένη προσέγγιση και ίσως μια παρανομία, αφού τα μέτρα εξυγίανσης έχουν σχεδιαστεί για τράπεζες υπό πτώχευση και όχι για υγιείς τράπεζες με υψηλή ρευστότητα, όπως η FBME.

 Μια παρόμοιου τύπου ανεπαρκής κατανόηση του ρόλου της ΚΤΚ, μπορεί να συνέβαλε ακόμη και στις ανακοινώσεις της FinCEN. Αντί να ενεργήσει για την προστασία των τραπεζών, η ΚΤΚ φαίνεται να ενθάρρυνε την επίθεση αυτή. Αντί να συνεργαστεί με την Τράπεζα της Τανζανίας (επόπτη των κεντρικών γραφείων της FBME) για μια κοινή προσέγγιση, την αγνόησε και ενήργησε μονομερώς. Κατ’ ακρίβεια, ενήργησε απρεπώς και κατά παράβαση όλων των διεθνών προτύπων.

 Και αντί να ακολουθήσει τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που έχουν θεσπιστεί για κεντρικές τράπεζες που διαχειρίζονται τράπεζες υπό εξυγίανση, τις αγνόησε. Για την ακρίβεια, τα ανώτατα στελέχη της ΚΤΚ που πήραν αποφάσεις σχετικά με τη διαχείριση του κυπριακού υποκαταστήματος της FBME, φαίνεται ακόμη να αγνοούσαν την ύπαρξή τους. Όπως γνωρίζουμε, αυτοί που ενήργησαν – η Διοικητής και οι δύο Εκτελεστικοί Συμβούλοι της (που απαρτίζουν την Επιτροπή Εξυγίανσης), ενδεχομένως με την υποστήριξη του επικεφαλής της Μονάδας Εξυγίανσης, Μιχάλη Στυλιανού – φαίνεται να το έπραξαν χωρίς να ζητήσουν τη γνώμη της Αρχής Εξυγίανσης, του ανώτατου οργάνου για τέτοιες περιπτώσεις. Επομένως, πέραν από το ότι παρέβηκαν τους διεθνείς κανονισμούς, παρέβηκαν επίσης και τους κανονισμούς της ίδιας τους της χώρας. Ως γνωστό, το αποτέλεσμα όλων αυτών των χειρισμών μπορεί να στοιχίσει στη Δημοκρατία εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Αυτό που δεν γνωρίζουμε – λόγω της παντελούς έλλειψης διαφάνειας αναφορικά με τις πράξεις αυτών των υψηλόβαθμων στελεχών – είναι ο λόγος που το έκαναν και τι αποσκοπούσαν. Δεν έχουν μιλήσει για τα κίνητρά τους, πέραν από ορισμένα ανόητα σχόλια σχετικά με την προστασία των καταθετών, στους οποίους οι ίδιοι προκάλεσαν ζημιά, και την πώληση του υποκαταστήματος, κάτι που δεν μπορούν να κάνουν.

 Συνεπώς, αφού αυτοί δεν μιλούν, αφήνουν του άλλους να βγάζουν τα δικά τους συμπεράσματα, αποδίδοντας τις πράξεις τους σε κακές προθέσεις.

 Είναι καιρός η Κύπρος να σκεφτεί ξανά την εισήγηση που είχαμε κάνει στο παρελθόν, το ότι υψηλόβαθμα στελέχη και διευθυντές της ΚΤΚ πρέπει να παρακάθονται «τεστ καταλληλότητας», το οποίο θα πρέπει να περάσουν πριν το διορισμό και την ανέλιξή τους σε νέες θέσεις.

 Αυτά τα τεστ πρέπει να εξετάζουν τις γνώσεις τους για τη θέση εργασίας που αναλαμβάνουν, τα ευρύτερα τραπεζικά ζητήματα, καθώς και τα πρότυπα συμπεριφοράς και προοπτικές. Τα τεστ θα πρέπει να συνδέονται με την υποχρεωτική παρακολούθηση μαθημάτων και την επιτυχή ολοκλήρωση τους μέσω εξετάσεων.

 Οι καταστροφές των τελευταίων ετών συνεπάγονται ότι η Δημοκρατία δεν μπορεί παρά να υιοθετήσει μια τέτοια προσέγγιση. Το πρόβλημα είναι ότι χωρίς υψηλότερα πρότυπα και περισσότερο έλεγχο, τα προβλήματα του παρελθόντος θα επανεμφανίζονται συνεχώς. Δεν πρέπει να υπάρξουν άλλοι πολιτικοί διορισμοί στον ζωτικό αυτό τομέα και πρέπει να υιοθετηθεί μια εξ ολοκλήρου νέα σοβαρή προοπτική στην προώθηση και ανέλιξη στελεχών στις ανώτατες θέσεις.

 Εάν οι τραπεζικοί υπάλληλοι υποχρεούνται να περάσουν τεστ καταλληλότητας, το ίδιο θα πρέπει να ισχύει και για τους υπαλλήλους των κεντρικών τραπεζών. Όπως έχουμε πει και στο παρελθόν, ο κάθε διευθυντής και υψηλόβαθμο στέλεχος στην FBME, στο κυπριακό της υποκατάστημα και στην FBME Card Services έχει περάσει τέτοιου είδους τεστ καταλληλότητας.